ΣΤΗΡΙΞΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΜΑΣ & ΓΙΝΕ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ OFICRETE

Oficrete
04/12/2018 - 11:47

Το μπάσκετ στην Κρήτη και το ΟΦΗ - ΠΑΟ

Γιατί η Κρήτη δε βγάζει μπασκετμπολίστες υψηλού επιπέδου και τα παιδιά του Γιάννη Σαμαρά που έρχονται.

ΣΥΝΤΑΚΤΗΣ

Μύρων Κανάκης
Ας μου επιτραπεί στο σημερινό άρθρο να καταπιαστώ, έστω να αφιερώσω ένα μέρος, με την αγαπημένη καλαθοσφαίριση.

Η ομάδα μας φέτος κάνει, για άλλη μια φορά, ένα νέο ξεκίνημα. Άλλη μια φορά, γιατί η προσπάθεια να φτάσει στις μεγαλύτερες των κατηγοριών δεν είναι η πρώτη.

Καταφέραμε μεν στο παρελθόν να φτάσουμε μέχρι την Α2, όμως εκεί, λες και ο πύργος ήταν χάρτινος, γκρεμίστηκε με το πρώτο αεράκι.

Ταπεινή μου άποψη είναι ότι τις προηγούμενες φορές προσπαθήσαμε να φτάσουμε στις μεγάλες κατηγορίες με προχειρότητα, χωρίς υποδομές, χωρίς να διαθέτουμε το υλικό από τη βάση, ώστε να αντέξουμε σε τόσο δύσκολες κατηγορίες. Είχαμε φτάσει στην Α2 με υπερπροσπάθεια, ύστερα από κάμποσες φορές που πηγαίναμε στη βρύση χωρίς να πιούμε νερό, αφού υπήρξαν - αν δε με απατά η μνήμη μου - τουλάχιστον 2 φορές που η ομάδα έκανε πρωταθλητισμό στην Β Εθνική, χωρίς να καταφέρνει να πάρει την άνοδο.

Η πολιτική που είχε ακολουθήσει τότε η ομάδα μας, εκ του αποτελέσματος, ήταν εντελώς λανθασμένη. Μια ομάδα μισθοφόρων, με ελάχιστους Ηρακλειώτες ή και Κρητικούς καλαθοσφαιριστές, που μπορεί παίκτες και προπονητές να αγάπησαν την ομάδα, κυρίως εξαιτίας της ζεστασιάς του κόσμου που βίωναν στο Ηράκλειο.

Όταν όμως τα κουκιά άρχιζαν να σώνονται, το μεγάλο όνειρο της Α1 απομακρυνόταν.

Μετά από αυτό είναι εύκολο το συμπέρασμα ότι για να σταθεί μια ομάδα, καταρχήν στην Β εθνική και έπειτα στην Α2, ώστε να δημιουργηθεί ο κορμός για το άλμα στην Α1, χρειάζονται γηγενείς καλαθοσφαιριστές.

Ένα κομμάτι που φαίνεται πως η Κρήτη υστερεί. Δυστυχώς, τα προηγούμενα χρόνια τουλάχιστον, η Κρήτη δεν μπορούσε να αναδείξει ταλαντούχους καλαθοσφαιριστές.

Μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού οι Κρητικοί που έχουν φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο. Ας προσπεράσουμε το γίγαντα της δεκαετίας του 80, Δημήτρη Κοκολάκη, για να συναντήσουμε το Χανιώτη Ανδρέα Γλυνιαδάκη, που έφτασε μέχρι τα ντραφτ του NBA, ύστερα από τις συμμετοχές του με την «επίσημη αγαπημένη», έχοντας επιλεχθεί από τους Ντιτρόιτ Πίστονς και δοκιμαστεί από τους Ατλάντα Χωκς, κάνοντας τελικά μια σπουδαία καριέρα στην Ευρώπη. Επόμενος Κρητικός που συναντάμε στο υψηλότερο επίπεδο είναι ο Ηρακλειώτης Χρήστος Σαλούστρος, τον οποίο χειροκροτήσαμε με την Εθνική στα 2 Αοράκια και κάνει μια αξιόλογη καριέρα στην Α1 με μια ομάδα, που καλό είναι να την έχουμε σαν παράδειγμα, τον Προμηθέα Πατρών.

Τελευταία φυντάνια οι επίσης Ηρακλειώτες, δίδυμοι αδερφοί Γιώργος και Παναγιώτης Καλαϊτζάκης, που αγωνίζονται στην Α1 ήδη στα 19 τους χρόνια, με τον Παναθηναϊκό και τον Χολαργό αντίστοιχα.

Κοινός παρανομαστής των τεσσάρων καλαθοσφαιριστών, είναι το γεγονός ότι έφυγαν από την Κρήτη ήδη από την εφηβική ηλικία.

Δεν χωράει αμφιβολία ότι αν δεν το έκαναν, δε θα κατάφερναν να φτάσουν στο υψηλότερο επίπεδο.

Προσωπικά έχω διαμορφώσει άποψη εδώ και πολλά χρόνια, γιατί υπάρχει αυτό το έλλειμμα παραγωγής αθλητών. Έχοντας στα νεανικά χρόνια ασχοληθεί με το μπάσκετ, εκείνο που παρατηρούσα είναι ότι, στις μικρές ηλικίες, εκείνο που ενδιέφερε περισσότερο τους προπονητές και τους παράγοντες δεν ήταν η παραγωγή αθλητών, αλλά οι νίκες.

Υπάρχει το αληθινό παράδειγμα που έζησα παραπάνω από μια φορά. Υπήρχε κάποιος συναθλητής που στα 16-17 είχε φτάσει στα 1,95 μ. Οι μετρήσεις του όμως έδειχναν ότι δεν πρόκειται να φτάσει παραπάνω από τα 2μ, άντε 2.02 μ.

Ακόμη και ο πλέον άσχετος καταλαβαίνει ότι για να παίξεις κάτω από το καλάθι με αυτό το ύψος πρέπει να είσαι κάτι σαν τον Τσάρλς Μπάρκλεϊ. Ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, που ακόμη και οι περιφερειακοί αγγίζουν ή και ξεπερνούν τα 2μ. Στο εφηβικό όμως, ο ψηλός της ομάδας έπαιζε κάτω από το καλάθι. Έτσι θα ερχόταν η νίκη. Όμως ένα παιδί που θα μπορούσε να παίξει κυρίως στο 1-2 (point guard-shooting guard), το πολύ-πολύ μέχρι το 3 (forward), αναγκαζόταν να παίζει στο 5 (φορ), γιατί αυτό χρειαζόταν η ομάδα. Έτσι όμως το παιδί των 1,95μ. δε θα μάθαινε ποτέ τη σωστή θέση για το ύψος του, ώστε να παίξει στο υψηλότερο επίπεδο. Νομίζω πως είναι κατανοητό.

Δεν είναι λίγοι άλλωστε οι προπονητές που έχουν συμφωνήσει με αυτήν την άποψη. Κορυφαίος που συμφώνησε, αφού είχα την τύχη να δω μαζί του ένα αγώνα του final-6 για το Πανελλήνιο Πρωτάθλημα Εφήβων που διεξήχθη τον προηγούμενο Μάρτιο στην Χερσόνησο, δεν ήταν άλλος από τον τιτανότεράστιο – πανμέγιστο μπασκετάνθρωπο της Ελλάδος, θα μπορούσα να προσθέσω κάλλιστα, ο αυτού εξοχότατος, Παναγιώτης Γιαννάκης.

Αυτός ο γίγαντας του παγκοσμίου αθλητισμού, ουσιαστικά πατέρας όλων των μεγάλων παικτών που έβγαλε η χώρα μας τις τελευταίες δεκαετίες, από τον Διαμαντίδη και τον Παπαλουκά μέχρι τον Σπανούλη και τον Πρίντεζη, ήταν μαζί με τον έφορο του ΟΦΗ, Συμεών Καμπακά στο κλειστό της Χερσονήσου για να παρακολουθήσει την επόμενη γενιά του ελληνικού μπάσκετ. Αφού τον πλησίασα για μια σέλφι, χωρίς να είμαι φανατικός των σέλφι, αλλά όταν βλέπεις τον Γιαννάκη μπροστά σου ένα δέος σε κυριεύει και θέλεις να αποτυπώσεις τη στιγμή. Συνάντησα ένα άνθρωπο απίστευτα προσηνή, να δέχεται αδιαμαρτύρητα τις δεκάδες σέλφι που του ζήτησε ο κόσμος, κάνοντας την ανάλογη πλάκα με τον κόσμο, που συγκινημένος του έσφιγγε το χέρι για όσα μας έχει χαρίσει.

Ήδη εκείνη η μέρα χαρακτηριζόταν σαν εμπειρία ζωής, να συναντήσεις τον μυθικό Γιαννάκη και μάλιστα να κουβεντιάσεις μαζί του. Όταν μάλιστα είδα κενή θέση δίπλα στον Συμεών και τον Δράκο, δε δίστασα. Μπαστακώθηκα, είδαμε μαζί τον αγώνα, είχα την ευκαιρία να συζητήσουμε για αρκετά μπασκετικά και όχι μόνο !

Αξίζει να σταθώ σε μια από τις κουβέντες του. Είναι κρίμα το Ηράκλειο, μια από τις μεγαλύτερες πόλεις και από τις πλέον ακμάζουσες στην Ελλάδα, να μην έχει ομάδα στην Α1.

Οι Κρητικοί είναι ψηλά παιδιά, υπάρχουν τα προσόντα για να υπάρξει παραγωγή παικτών και να στελεχωθεί, ύστερα από μακροπρόθεσμη και στοχευμένη δουλειά μια ομάδα Α1.

Εννοείται ότι η κίνηση να καθιερωθεί ένα καμπ του ΟΦΗ με τον Παναγιώτη Γιαννάκη στο Ηράκλειο, μπορεί να ωφελήσει τα μέγιστα τα νέα παιδιά που ασχολούνται με το άθλημα.

Πριν σταθούμε στη φετινή χρονιά, μια ακόμη παρατήρηση.

Είναι μύθος ότι το Ηράκλειο δεν αγαπάει το μπάσκετ. Αν θυμηθούμε την ομάδα του ΟΑΑ Ηράκλειο στην Α1, πριν από αρκετά χρόνια, εισιτήριο δεν έβρισκες ούτε για δείγμα. Δεν υπήρχε βέβαια το παλατάκι στα 2 Αοράκια, όμως κυριολεκτικά ο κόσμος κρεμιόταν σαν τα σταφύλια. Πολύ πρόσφατα οι αγώνες της Εθνικής ήταν sold out, είπαμε επίσημη αγαπημένη είναι αυτή. Αλλά και πέρα από αυτά, αν ρίξουμε μια ματιά στα πρωταθλήματα του εργασιακού που διεξάγονται τα τελευταία χρόνια θα δούμε πληθώρα ομάδων, νομίζω είναι πάνω από 70 στις 3 κατηγορίες (ναι τόσες υπάρχουν ) του εργασιακού.

Είναι αλήθεια ότι λείπει η μπασκετική παιδεία σε μεγάλο κομμάτι του κόσμου, όμως αυτό είναι κάτι που κερδίζεται με το χρόνο. Ας το βάλουμε λοιπόν καλά στο μυαλό μας, ότι μπορούμε. Μπορούμε να τα καταφέρουμε, υποστηρίζοντας το μεγαλύτερο σύλλογο του νησιού μας, τον ΟΦΗ μας.

Η φετινή χρονιά έχει ξεκινήσει με τους καλύτερους οιωνούς. Η ομάδα έχει ξεκινήσει με 7 νίκες σε 7 αγώνες, ενώ σημαντική και ουσιαστική θεωρείται η απόφαση της διοίκησης να μετακομίσει στο 2 Αοράκια.
Επειδή υπήρξαν κάποιες μουρμούρες στην αρχή της περιόδου, θα υπερθεματίσω υπέρ της απόφασης. Να με συγχωρείτε, αλλά το κλειστό του ΒΑΚ ποτέ δε με ενθουσίασε. Είναι ένα κλειστό για βόλεϊ, για εφηβικές κατηγορίες στο μπάσκετ, αλλά σίγουρα όχι για μια ομάδα που θέλει να κάνει μεγάλα όνειρα και άλματα ανάπτυξης.

Το μπάσκετ, εξάλλου, μπορεί να έχει πολλά κοινά με το ποδόσφαιρο, αλλά όχι, δε βοηθάει τη γηπεδούχο ομάδα ο κόσμος να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το παρκέ.

Όπως αποδείχτηκε, το αντίθετο μπορεί να συμβαίνει.

Εκείνο που χρειάζεται πάντως το μπάσκετ του ΟΦΗ, είναι κοινό με το ποδόσφαιρο. Υπομονή, αυτό χρειάζονται και τα δυο τμήματα. Υπομονή και στήριξη. Γιατί αμφότερα έχουν κυρίαρχο στόχο το χτίσιμο ομάδας.

ΟΦΗ - ΠΑΟ

Οκ, κυριάρχησε το μπάσκετ σήμερα, θα ήταν αδύνατο όμως να ανοίξω το word για αρθράκι και να μη σταθώ στο ματς με τον ΠΑΟ που ακολουθεί. Η ομάδα που για χρόνια υπήρξε δυνάστης, η ομάδα που για χρόνια έβρισκε ένα σάκο του μποξ, αντιμετωπίζοντας τον ΟΦΗ στη δική του έδρα, η ομάδα που είδαμε τους δικούς μας παιχταράδες να τη στελεχώνουν.

Η αλήθεια είναι ότι το Ομιλίτικο μένος εναντίον των πρασίνων είχε προκληθεί από τις επαίσχυντες πρακτικές του τότε ιδιοκτησιακού καθεστώτος των δύο ομάδων, της οικογένειας Βαρδινογιάννη.

Κι όμως, όλα αυτά μοιάζουν να ανήκουν στο παρελθόν. Ο φανατισμός δεν είναι ο ίδιος.

Υπάρχει σίγουρα, μπορώ να ομολογήσω περισσότερο για βαθμολογικούς λόγους, παρά εξαιτίας του παρελθόντος. Θα υπήρχε ακόμη και αν ήμασταν αδιάφοροι βαθμολογικά, δε ξεχνιούνται όλα αυτά που ζήσαμε, χώρια που ανέκαθεν οι Ομιλίτες ζούσαν για αυτά τα ματς, με τις "μεγάλες" ομάδες του κέντρου. Προσωπικά, υπήρξα φουλ αντιπαναθηναϊκός, κατά τι περισσότερο από αντιολυμπιακός. Στο παρελθόν ήταν αυτές οι δυο ομάδες που εξουσίαζαν, που ήταν οι πιο διεφθαρμένες, που έλεγχαν διαιτησία και όργανα, που ήταν τα αίτια για τα δεινά και τα στρεβλά του ελληνικού ποδοσφαίρου. Σήμερα, είναι άλλοι που κρατούν τα ηνία, ενώ ο προσεχής μας αντίπαλος έχει μικρύνει σαν ομάδα. Είναι κάτι που το δέχονται ακόμη και οι οπαδοί του.

Αγωνίζεται χατιρικά στη μεγάλη κατηγορία, υπήρξε ακόμη και στο άρμα του άσπονδου εχθρού, του Ολυμπιακού, ενώ το δούλεμα πάει σύννεφο από κάποιον υποψήφιο επενδυτή από την Ταϊλάνδη, νομίζω Πινγκ - Πονγκ, ή κάπως έτσι ονομάζεται.

Οφείλω να ομολογήσω ότι πλέον δεν αισθάνομαι αντιπαναθηναϊκός. Κι αυτό γιατί δεν έχω λόγο να ασχολούμαι. Οι Βαρδινογιάννηδες δεν είναι πλέον στον ΟΦΗ, οι πρακτικές τους δε μαγαρίζουν το ελληνικό ποδόσφαιρο πια. Προφανώς, έχει παίξει κάποιο ρόλο το γεγονός ότι οι πράσινοι στελεχώνονται από ταλαντούχα νέα παιδιά, προϊόν της ακαδημίας τους.

Δάσκαλος τους υπήρξε το σημερινό αφεντικό του ποδοσφαιρικού ΟΦΗ, ο μεγαλύτερος ίσως ποδοσφαιράνθρωπος στην Ελλάδα, ο άνθρωπος που έφερε, μαζί με τον Ηλία και τον Γιώργο βέβαια, τη νέα μέρα, την εποχή big Mike στον ΟΦΗ, ο Γιάννης Σαμαράς.

Τυχερά τα παιδιά αυτά, η οικονομική εξαθλίωση του Παναθηναϊκού ανάγκασε τον γκουχ - γκουχ, ας μην αρχίσω τους χαρακτηρισμούς, Αλαφούζο να βασιστεί σε αυτά, για την πρώτη ομάδα.

Ποιος ξέρει, αν δεν τους δούλευε ψιλό γαζί ο Αλασκούζος και είχε βρει ένα πραγματικό επενδυτή, κάποια από αυτά τα παιδιά ίσως να είχαν ακολουθήσει το δάσκαλό τους στο Ηράκλειο. Οι προπονητές τους πάντως, το έκαναν...

Γι'αυτό καλό είναι οι Ομιλίτες να μείνουμε μακριά από ακρότητες. Δε χρειάζονται.

Η νέα εποχή της ομάδας θέλει να προάγει το ήθος και την ευγενή άμιλλα, ως εκ τούτου οι καφρίλες περισσεύουν, ενώ μην ξεχνάμε ότι μας περιμένουν στη γωνία για τιμωρία της έδρας.

ΥΓ4: Άκουσα τον τελευταίο καιρό Ομιλίτες να διαμαρτύρονται για την υψηλή τιμή του εισιτηρίου. Τα 25 και τα 30 ευρώ φαντάζουν πάρα πολλά για πολύ κόσμο. Μην ξεχνάμε ότι η κρίση είναι ακόμη εδώ, ο Έλληνας, αναλογικά, είναι με διαφορά ο πιο υψηλά φορολογούμενος στην Ευρώπη, η μεσαία τάξη στενάζει. Αν μάλιστα σκεφτούμε το προϊόν που προσφέρεται, τις υπηρεσίες που παρέχει το γήπεδο μας, τότε ναι, δε γίνεται να μη συμφωνήσεις. Καλό είναι η διοίκηση, που ξέρω ότι θέλει να έχει παραπάνω από ικανοποιημένους τους φίλαθλους - πελάτες, να επανεξετάσει το ζήτημα.

Καλό επίσης θα είναι να επανεξεταστεί το θέμα των διαρκείας. Μην ξεχνάμε ότι η προηγούμενη διοίκηση σταμάτησε μια ωραία πρωία τη διάθεση τους, χωρίς καμία προηγούμενη προειδοποίηση. Έχω συναντήσει αρκετούς Ομιλίτες που εξαιτίας αυτής της απόφασης έμειναν χωρίς διαρκείας. Ίσως η κυκλοφορία εισιτηρίων διαρκείας για το β' γύρο να αποτελεί μια λύση. Τέλος, σαν προσωπική παράκληση, θα ήθελα να επανεξεταστεί το θέμα της θύρα 6. Είναι μεγάλη αμαρτία να μένει κλειστή ή να μην είναι προσβάσιμη για το φίλαθλο κόσμο. Έχει κι αυτή τους δικούς της φανατικούς.

ΥΓ44: «ο Ντιντί και εκείνη

Εγώ πάντα τη μεταχειριζόμουνα με στοργή. Γιατί, αν δεν της φερθείς στοργικά, δε σε υπακούει. Όταν ερχόταν, εγώ την εξουσίαζα και εκείνη υπάκουε. Καμιά φορά το'σκαγε, κι εγώ έλεγα “έλα εδώ,κοριτσάκι μου”, κι εκείνη ερχόταν. Την κλότσαγα με τα κότσια και τους κάλους μου, κι αυτή δεν παραπονιόταν. Της συμπεριφερόμουν με πολλή αγάπη, όπως στην γυναίκα μου. Γιατί η μπάλα αρπάζεται εύκολα. Αν την κακομεταχειριστείς, σου σπάει το πόδι. Γι' αυτό τους λέω: ”Παιδιά,λίγο σεβασμό. Είναι ένα κορίτσι που πρέπει να του φερθείτε με πολλή αγάπη...” Αυτή διαλέγει τη μοίρα, ανάλογα με το πώς θα την πιάσεις.

Από συνέντευξη του Ντίντι στον Ρομπέρτο Μούρα.»

("Το ποδόσφαιρο στην σκιά και στο φως",του Εντουάρντο Γκαλεάνο)

ΥΓ444: Πήρε κανείς το βιβλίο; Έχετε άλλα ποδοσφαιρικά βιβλία να προτείνετε; Feel free to comment...

Oficrete