ΣΤΗΡΙΞΕ ΤΗΝ ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ ΜΑΣ & ΓΙΝΕ ΜΕΛΟΣ ΤΟΥ OFICRETE

Oficrete

Τα τέσσερα αναπάντητα ερωτήματα

Του Λευτέρη Κουγιουμουτζή
Σε κάθε σοβαρή εταιρία που θέλει να προοδεύσει, πρέπει να έχουν απαντηθεί με σαφήνεια τέσσερις πολύ σημαντικές ερωτήσεις: Ποιοι είμαστε ως επιχείρηση, σε ποιους απευθυνόμαστε, τι θέλουμε να κάνουμε και πώς θα το επιτύχουμε.

Παρακολουθώντας το επονομαζόμενο «πρότζεκτ» της ΠΑΕ ΟΦΗ να μπαίνει στον πέμπτο χρόνο ζωής κι αναζητώντας τα αίτια που το κρατούν βαλτωμένο και καθηλωμένο σε χαμηλές πτήσεις, προσπάθησα να αναζητήσω απαντήσεις, χρησιμοποιώντας αυτό το βασικό εργαλείο του εταιρικού μάνατζμεντ.

Ας δούμε, λοιπόν, πώς τα πάει η ΠΑΕ ΟΦΗ στα τέσσερα αυτά ερωτήματα, στα μάτια ενός εξωτερικού παρατηρητή:

• Ποιοι είμαστε;

Ερώτημα ταυτότητας. Αλήθεια, ως ΠΑΕ ΟΦΗ ποιοι (θέλουμε να) είμαστε; Πώς αυτοπροσδιοριζόμαστε; Είμαστε η πολιτισμική έκφραση της Κρήτης στη Super League; Μια αναδυόμενη ομάδα που στοχεύει να καταξιωθεί στο ελληνικό πρωτάθλημα και να καθιερωθεί στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις; Μια ποδοσφαιρική εταιρία με ευαισθησίες και διογκωμένο το αίσθημα κοινωνικής ευθύνης; Απλώς μια νοικοκυρεμένη ομάδα, που περιμένει μια ευκαιρία για ένα μικρό βήμα προς τα εμπρός;

Η απάντηση στο «ποιοι είμαστε», είναι θεμελιώδους σημασίας· δίνει το τέμπο και καθορίζει και τον στόχο. Έχω την αίσθηση ότι όσο περνάνε τα χρόνια, τόσο αυτή η απάντηση ξεθωριάζει. Στην αρχή ήταν εύκολο: «Eμείς είμαστε οι διαφορετικοί», δίχως όμως κι αυτή η διαφορετικότητα να ήταν εξαρχής καλά ορισμένη. Σήμερα, αν ρωτήσουμε πέντε διοικητικά μέλη της ΠΑΕ ΟΦΗ για το «ποιοι είμαστε» ως εταιρία, μάλλον θα πάρουμε πέντε διαφορετικές απαντήσεις.

• Σε ποιους απευθυνόμαστε;

Κάθε εταιρία προσδιορίζει το κοινό-στόχο της. Στην ΠΑΕ ΟΦΗ του «πρότζεκτ», δεν έγινε ποτέ ξεκάθαρο ποιο ήταν αυτό το κοινό. Ενδιέφεραν πρωτίστως οι παραδοσιακοί φίλοι του ΟΦΗ; Αν ναι, τότε κάτι πρέπει να πήγε πολύ στραβά, γιατί οι ίδιοι δεν το εισέπραξαν σε μεγάλο βαθμό και σχεδόν εξαρχής. Χαρακτηριστικό το γεγονός ότι ενώ η εταιρία δουλεύει με πλήρη επαγγελματισμό σε όλους τους τομείς, «αμέλησε» να πράξει το ίδιο και στο κομμάτι της επαφής και της σχέσης με τον κορμό του φίλαθλου κόσμου της. Γενικά επικρατεί η αίσθηση ότι έχοντας στραμμένη την προσοχή της κυρίως προς την πρωτεύουσα, την ΠΑΕ ΟΦΗ την απασχόλησαν περισσότερο τα καλά λόγια των αθηναϊκών ΜΜΕ και τα βραβεία των κεντρικών φορέων μάρκετινγκ, από την άποψη του γηγενή φιλάθλου της. Οδηγηθήκαμε, λοιπόν, στην οξύμωρη κατάσταση να σαρώνει η εταιρία στα βραβεία μάρκετινγκ, έχοντας ταυτόχρονα δυσαρεστημένο το κοινό που θα έπρεπε κατά κύριο λόγο να την ενδιαφέρει.

Μήπως όλο αυτό σηματοδότησε μια στροφή της εταιρίας σε καινούργια ακροατήρια; Μήπως ενδιαφέρθηκε να αποκτήσει διείσδυση σε καινούργιο «πελατολόγιο» εκτός του παραδοσιακού της κοινού, επιλέγοντας να αυξήσει ή/και να ανανεώσει τον φίλαθλο κόσμο της; Άλλωστε, το να μπορέσει να αποκτήσει διεισδυτικότητα η ΠΑΕ ΟΦΗ σε καινούργιο κοινό - που θα σηματοδοτούσε και μια οργανωμένη προσπάθεια να αποκτήσει μεγαλύτερο μερίδιο στη φίλαθλη αγορά της χώρας - θα ήταν και θεμιτό και απαραίτητο για την εμπέδωση και τη γιγάντωσή της και φυσικά θα μπορούσε να γίνει χωρίς να μένουν δυσαρεστημένοι οι υπάρχοντες φίλαθλοί της. Παρόλα αυτά, δε διαφάνηκε κάποια συγκροτημένη προσπάθεια ούτε προς αυτή την κατεύθυνση.

Άρα και η απάντηση στο ερώτημα «σε ποιους απευθυνόμαστε», μετά από τέσσερα χρόνια «πρότζεκτ», εξακολουθεί να παραμένει θολή.

• Τι θέλουμε να κάνουμε;

Ποιος είναι ο στόχος της ΠΑΕ ΟΦΗ; Μας αρκεί μια άνετη παραμονή κι αν έρθει κάτι καλύτερο, καλοδεχούμενο; Θέλουμε να μπαίνουμε στα play off και ίσως κάποτε να πάμε και λίγο παραπάνω; Θέλουμε να είμαστε ανταγωνιστικοί και να κοιτάμε στα μάτια τους κατεστημένα μεγάλους του ελληνικού ποδοσφαίρου; Το «όλα τα παραπάνω» δεν υπάρχει ως επιλογή· πρέπει να είναι ξεκάθαρο (κυρίως) στους ανθρώπους που διοικούν την εταιρία, αλλά και στους φιλάθλους της, το τι θέλουμε να κάνουμε και σε ποιον χρονικό ορίζοντα.

Παρά τις ξεκάθαρες διακηρύξεις του Διευθύνοντα Συμβούλου της ΠΑΕ, τις δύο τελευταίες αγωνιστικές περιόδους, ότι η ομάδα έχει στόχο την εξάδα, εξακολουθεί να βγαίνει προς τα έξω μια εικόνα χαλαρότητας, σαν να μην είναι απόλυτα προσηλωμένος ολόκληρος ο εταιρικός οργανισμός σε κοινό στόχο. Αιωρείται δηλαδή μια αίσθηση πως αν πάλι ερωτηθούν πέντε διαφορετικά άτομα εντός της ομάδας για το πού θέλουμε να φτάσουμε, ίσως πάρουμε απαντήσεις με διαφορετικές αποχρώσεις. Κυρίως, απουσιάζει παντελώς ο μεσομακροπρόθεσμος ορίζοντας: «Σήμερα θα θέλαμε να φτάσουμε ως εκεί, αλλά σε πέντε χρόνια θα θέλαμε να βρισκόμαστε εκεί».

Τι θέλουμε να κάνουμε, λοιπόν; Επίσης παραμένει ασαφές, παρά την προσπάθεια αποκρυστάλλωσης κάποιων μετρήσιμων και συγκεκριμένων στόχων τα δύο τελευταία χρόνια.

• Πώς θα το επιτύχουμε;

Αφού αποφασίσουμε τι θέλουμε να κάνουμε, πρέπει να δούμε και πώς θα το κάνουμε - να εντοπίσουμε δηλαδή και να αναπτύξουμε και το συγκριτικό μας πλεονέκτημα. Εύκολα θα πεις «θέλω να μπω εξάδα», αλλά θα έχεις και ανταγωνισμό· πώς σκοπεύεις να τον υπερκεράσεις; Πού θα στηριχθείς και τι θα κάνεις καλύτερα από τους άλλους; Θα επενδύσεις κυρίως στις ακαδημίες σου; Θα οργανώσεις ένα ισχυρό δίκτυο σκάουτινγκ που θα σου εξασφαλίσει εξελίξιμους ποδοσφαιριστές με μεταπωλητική αξία; Θα δαπανήσεις περισσότερα χρήματα από τους ανταγωνιστές σου, σε προσεγμένες επιλογές, ώστε να κατακτήσεις γρήγορα στόχους και να έχεις απόσβεση από ευρωπαϊκές συμμετοχές; Θα επενδύσεις στο προπονητικό και ιατρικό σου επιτελείο; Σε αυτή την ερώτηση, κάποια από τα παραπάνω συνδυάζονται, αλλά προφανώς όχι όλα!

Στα τέσσερα χρόνια του «πρότζεκτ», ξεκάθαρη στρατηγική δεν έχει καταγραφεί. Είμαστε στο «κάθε χρόνο κι αλλιώς», σε ένα διηνεκές βλέποντας και κάνοντας.

Αν μια εταιρία έχει ξεκάθαρες απαντήσεις σε αυτά τα τέσσερα κομβικά ερωτήματα, τότε δημιουργεί ευνοϊκές προϋποθέσεις για να προκόψει και να γιγαντωθεί. Αρκεί φυσικά οι απαντήσεις αυτές να είναι κοινός τόπος και επιδίωξη όλων της των στελεχών· να βαράνε όλοι στο ίδιο βιολί, που λέμε. Να υπάρχει διάχυση της εταιρικής ταυτότητας, της νοοτροπίας, των πρακτικών και των επιδιώξεων του οργανισμού, εξίσου σε όλους τους συμμετέχοντες: Από τον Πρόεδρο και τα μέλη του Δ.Σ. ως τον τελευταίο υπάλληλο, αλλά και στο ευρύ κοινό.

Το ίδιο φυσικά ισχύει και για τις ποδοσφαιρικές εταιρίες. Κι όσοι παρακολουθούν από κοντά το «πρότζεκτ» της ΠΑΕ ΟΦΗ την τελευταία τετραετία, μάλλον διαπιστώνουν ότι αυτό δε συμβαίνει. Ακόμα και να συμβαίνει, δεν το διαπιστώνει το ακροατήριο, αλλά εισπράττει ότι στον οργανισμό συνυπάρχουν διαφορετικές λογικές, πρακτικές και νοοτροπίες, ως «ανεξάρτητες νησίδες» - κι αυτή η περιρρέουσα εντύπωση είναι μεγάλο θέμα από μόνη της. Αν οι πελάτες δεν έχουν καταλάβει τι πουλάει το μαγαζί, σίγουρα δε φταίνε οι πελάτες και σίγουρα κάτι δεν κάνει καλά το μαγαζί.

Όσο το «πρότζεκτ» της ΠΑΕ ΟΦΗ δε θα έχει ξεκάθαρες και βαθιά εμπεδωμένες απαντήσεις στις τέσσερις αυτές θεμελιώδεις ερωτήσεις, τόσο θα μένει στάσιμο, θα έχει πισωγυρίσματα ή οι επιτυχίες του θα είναι αναιμικές.

Κι εντέλει, είναι μεγάλο κρίμα να η ΠΑΕ ΟΦΗ να διανύει την πιο υγιή και εύρωστη ιδιοκτησιακή της εποχή, κι αυτό να μην εξαργυρώνεται στο γήπεδο και στην ψυχολογία των φιλάθλων.
Δυνατότητα σχολιασμού και πρόσβασης στο chat room με ΔΩΡΕΑΝ απλή εγγραφή στο oficrete.gr

Oficrete